Ως εμμηνόπαυση ορίζεται η μόνιμη διακοπή της λειτουργίας των ωοθηκών με απουσία της έμμηνου ρύσεως για τουλάχιστον 12 μήνες. Η μέση ηλικία εμμηνόπαυσης είναι το 50ο με 51ο έτος της ηλικίας. Ως πώιμη ονομάζεται η εμμηνόπαυση που επέρχεται πριν την ηλικία των 40 χρόνων. Κλιμακτήριος καλείται η περίοδος πριν και μετά το οριστικό τέλος της λειτουργίας της ωοθήκης.
Διάγνωση
Η εμμηνόπαυση διαγιγνώσκεται κλινικά και επιβεβαιώνεται με ορμονικό έλεγχο. Οι υψηλές τιμές της ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης FSH και η μειωμένη παραγωγή οισταδιόλης απο τις ωοθήκες σε συνδυασμό με τα αυξημένα επίπεδα της οιστρόνης επιβεβαιώνουν την οριστική παύση της λειτουργίας των ωοθηκών.
Συμπτωματολογία
Το πιο σύνηθες σύμπτωμα της εμμηνόπαυσης είναι οι εξάψεις που μπορεί να συνοδεύονται από νυχτερινές εφιδρώσεις. Εξίσου επώδυνα συμπτώματα που συνδέονται με την μείωση των οιστρογόνων στο αίμα είναι η ξηρότητα κόλπου, η κεφαλαλγία, οι ζαλάδες, ο ίλιγγο, η μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας, η ρυτίδωση του δέρματος, οι διαταραχές ύπνου, η απώλεια συγκέντρωσης, η διαταραχές διάθεσης (όπως κυκλοθυμία, ευερεθιστότητα και κατάθλιψη), η αύξηση βάρους, η δυσουρία και η ατροφία των μαστών. Σπανιότερες επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης αποτελούν καρδιοαγγειακές διαταραχές και η οστεοπόρωση.
Θεραπεία
Τα συμπτώματα μπορούν να μειωθούν με καλή διατροφή, μείωση βάρους, άσκηση, διακοπή καπνίσματος και λήψη ασβεστίου και βιταμινών. Σε λίγες περιπτώσεις εντόνων συμπτωμάτων προτείνεται θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης.