Κατανοώντας τη φλεγμονή: Μπορεί η διατροφή να γίνει σύμμαχος;
Η φλεγμονή αποτελεί βασικό συντελεστή του ανοσοποιητικού συστήματος. Είναι μία τοπική απάντηση σε κυτταρικό τραυματισμό που χαρακτηρίζεται από αυξημένη ροή αίματος, διαστολή των αγγείων, διήθηση των λευκοκυττάρων και τοπική παραγωγή χημικών μηνυμάτων που έχουν σκοπό τη μείωση των κατά τόπους τοξικών παραγόντων και την επιδιόρθωση του ιστού.
Η φλεγμονή αποτελεί φίλο και εχθρό μαζί
Ενώ είναι απαραίτητη για την άμυνα του οργανισμού, η χρόνια φλεγμονή χαμηλού επιπέδου αποτελεί παράγοντα των συνηθέστερων χρόνιων μεταβολικών νοσημάτων όπως είναι η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος, το μεταβολικό σύνδρομο και ο σακχαρώδης διαβήτης. Ο βαθμός στον οποίο η φλεγμονή αποτελεί παράγοντα κινδύνου σε αυτά τα νοσήματα δεν είναι γνωστός, κυρίως λόγω έλλειψης βιοδεικτών με αυτήν την ακρίβεια.
Ποιος ήταν ο σκοπός της ανασκόπησης;
Στη συγκεκριμένη ανασκόπηση, λοιπόν, αναφέρεται πως όσον αφορά τη διατροφή, έχουν μελετηθεί διατροφικοί παράγοντες που μπορούν να μειώσουν τη φλεγμονή τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Ωστόσο οι αντίστοιχες μελέτες συνήθως περιορίζονται στο να μετρήσουν ένα μικρό αριθμό δεικτών φλεγμονής, συνήθως σε κατάσταση νηστείας, κάτι που πιθανώς δεν αντανακλά τη φλεγμονή σε όλους τους ιστούς ούτε τις μεταβολές της φλεγμονής αναλόγως άλλων παραγόντων- και κατ’ επέκταση περιορίζει σημαντικά την κατανόησή μας γύρω από την αλληλεπίδραση της διατροφής στη φλεγμονή.
Για παράδειγμα, το διαιτητικό λίπος επηρεάζει τα επίπεδα της φλεγμονής τόσο μέσω του σωματικού βάρους όσο και μέσω της τροποποίησης στη σύνθεση των μεμβρανών.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα;
Χαρακτηριστικά, οι μελέτες έχουν δείξει διάφορα αποτελέσματα όπως:
- Η συμπληρωματική χορήγηση EPA/DHA φαίνεται να μείωσε τους δείκτες φλεγμονής σε παχύσαρκους ανθρώπους ενώ η αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών με μονοακόρεστα, σε άλλη μελέτη, ενώ φάνηκε να βελτιώνει τον κίνδυνο για μεταβολικό σύνδρομο, δεν έδειξε να επιδρά σε δείκτες φλεγμονής ούτε και στην ευαισθησία στην ινσουλίνη.
- Όσο για τους υδατάνθρακες, η μεταγευματική γλυκόζη παίζει σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων και σακχαρώδους Διαβήτη. Οι μεταβολές της γλυκόζης περιγράφονται από δύο συντελεστές: τη διάρκεια αύξησης της μεταγευματικής γλυκόζης (βασικό παράγοντα στη χρόνια υπεργλυκαιμία) και το επίπεδο της αύξησης της γλυκόζης.
Και οι δύο αυτοί συντελεστές σχετίζονται με καρδιαγγειακές και διαβητικές επιπλοκές, όπως η γλυκοζυλίωση των πρωτεϊνών και η ενεργοποίηση του οξειδωτικού στρες και της φλεγμονής.
Μικρό αλλά όχι ξεκάθαρο ρόλο κατά της φλεγμονής παίζουν και διάφορα φυτοχημικά στοιχεία, όπως τα φλαβονοειδή, με τις μελέτες να είναι κατά βάση in vitro και άρα μικρότερης μεταφραστικής αξίας ακόμα για τον άνθρωπο.
Ακόμα, η μητρική παχυσαρκία έχει δραματικά αποτελέσματα για το έμβρυο- και οι μηχανισμοί για αυτό εμπεριέχουν φλεγμονώδεις αποκρίσεις και αυξημένα επίπεδα κυτοκινών στο πλακούντα και τον ομφάλιο λώρο των μωρών αυτών.
Ποιο είναι το συμπέρασμα για τον ειδικό υγείας;
Οι μέχρι τώρα μελέτες καταλήγουν στο γεγονός πως τα διατροφικά σχήματα που χαρακτηρίζονται από μειωμένη μεταγευματική γλυκαιμία και λιπαιμία είναι συνυφασμένα με μειωμένους δείκτες φλεγμονής και άρα είναι βοηθητικά στη φλεγμονή.