Λιθίαση ουροποιητικού είναι η δημιουργία λίθου ή λίθων μέσα στην αποχετευτική μοίρα του ουροποιητικού συστήματος (πυελοκαλυκικό σύστημα του νεφρού, ουτητήρας, ουροδόχος κύστη, ουρήθρα). Είναι η τρίτη κατά σειρά συχνότητας πάθηση του ουροποιητικού στον άνθρωπο, μετά τις ουρολοιμώξεις και τις παθήσεις του προστάτη.
Ανάλογα λοιπόν με την εντόπιση, έχουμε λιθίαση των νεφρών (νεφρολιθίαση), λιθίαση των ουρητήρων (των σωλήνων που μεταφέρουν τα ούρα από τα νεφρά στην ουροδόχο κύστη), λιθίαση της ουροδόχου κύστης και τέλος λιθίαση της ουρήθρας (του σωλήνα που βγάζει τα ούρα από την κύστη προς τα έξω).
Ποια είδη λίθων έχουμε;
Υπάρχουν διάφορα είδη λίθων που καθορίζονται με βάση τη χημική τους σύσταση.
– Οι λίθοι από ασβέστιο είναι οι πιο συχνοί. Εμφανίζονται σε μεγαλύτερη συχνότητα σε άντρες ηλικίας 20-30 ετών. Το ασβέστιο ενώνεται με άλλες ουσίες, όπως τα οξαλικά και ο φωσφόρος, και σχηματίζει τελικά την πέτρα.
– Οι λίθοι κυστίνης σχηματίζονται σε άτομα που πάσχουν από κυστινουρία. Αυτή είναι μία κληρονομική νόσος που προσβάλλει και τα δύο φύλα.
– Οι λίθοι από στρουβίτη σχηματίζονται συνήθως σε γυναίκες που πάσχουν από λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος. Οι λίθοι αυτοί μπορεί να γίνουν πολύ μεγάλοι σε μέγεθος.
– Οι λίθοι από ουρικό οξύ είναι πιο συχνοί στους άντρες παρά στις γυναίκες. Ο κίνδυνος εμφάνισής τους αυξάνει σε ασθενείς που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία.
– Πιο σπάνιες μορφές λίθων σχηματίζονται σε ασθενείς που παίρνουν φάρμακα, όπως ακυκλοβίρη, ινδιναβίρη και τριαμτερένη.
Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου;
Η δημιουργία λίθων στο ουροποιητικό σύστημα καθορίζεται από παράγοντες κινδύνου που είναι είτε ιδιοσυγκρασιακοί για τον κάθε άνθρωπο (ενδογενείς παράγοντες κινδύνου) είτε προέρχονται από το περιβάλλον του (εξωγενείς παράγοντες κινδύνου). Συνήθως, είναι ένας συνδυασμός παραγόντων που συμβάλλει στη δημιουργία λίθων.
Στους ενδογενείς παράγοντες, περιλαμβάνονται οι εξής:
Ηλικία: Οι λίθοι εμφανίζονται συχνότερα στις ηλικίες μεταξύ 20 και 50 ετών.
Φύλο: Οι άντρες εμφανίζουν λιθίαση 3 φορές συχνότερα από τις γυναίκες.
Οικογενειακό ιστορικό-κληρονομικότητα: Περίπου το 25% των ασθενών με λιθίαση αναφέρουν ότι υπάρχει και άλλο άτομο στην οικογένειά τους με το ίδιο πρόβλημα.
Στους εξωγενείς παράγοντες, περιλαμβάνονται οι εξής:
Κλιματικές συνθήκες: Άνθρωποι που κατοικούν σε θερμά κλίματα έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν λίθους.
Διατροφή: Η κατανάλωση αυξημένης ποσότητας ζωικού λευκώματος και ζωικού λίπους προδιαθέτει στη δημιουργία λίθων, καθώς και η αυξημένη κατανάλωση αλατιού. Σε αντίθεση με ό,τι πιστεύει ο περισσότερος κόσμος, η κατανάλωση ασβεστίου με τις τροφές (γαλακτοκομικά) προδιαθέτει στη δημιουργία λίθων.
Παχυσαρκία: Το αυξημένο σωματικό βάρος προδιαθέτει στον σχηματισμό λίθων.
Πρόσληψη υγρών: Η κατανάλωση μικρής ποσότητας υγρών, ιδιαίτερα αν είναι λιγότερη από 1,5 λίτρο ημερησίως, αυξάνει την πιθανότητα σχηματισμού λίθων. Ακόμη, η σκληρότητα του νερού της περιοχής σχετίζεται με αυξημένα ποσοστά λίθων.
Επάγγελμα: Άνθρωποι που δουλεύουν σε επαγγέλματα πνευματικής και καθιστικής εργασίας έχουν μεγαλύτερα ποσοστά εμφάνισης λίθων σε σχέση με άτομα που κάνουν χειρωνακτική εργασία.
Φαρμακευτική αγωγή: Συγκεκριμένα αντιυπερτασικά φάρμακα, η λήψη αντιόξινων φαρμάκων, καθώς και θεραπείες σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, όπως οι πάσχοντες από HIV, προδιαθέτουν στη δημιουργία λίθων.
Ποια τα συμπτώματα;
Πολλοί ασθενείς με λίθο στο ουροποιητικό δεν έχουν κανένα σύμπτωμα. Τα συμπτώματα εμφανίζονται, όταν κάποιος λίθος βρεθεί μέσα στον ουρητήρα με αποτέλεσμα να εμποδίζει τη ροή των ούρων από τα νεφρά. Το συνηθέστερο σύμπτωμα είναι ο κολικός του νεφρού, ο οποίος είναι ένας έντονος πόνος στην περιοχή των νεφρών, που μπορεί να αντανακλά στην κοιλιά, στην κύστη ή στα έξω γεννητικά όργανα. Ο πόνος συνήθως εμφανίζεται ξαφνικά, δεν ανακουφίζεται με την αλλαγή θέσης και συχνά συνοδεύεται από τάση για εμετό (ναυτία) ή και εμετό. Συνήθως, υπάρχει αιματουρία που είναι μικροσκοπική και ανακαλύπτεται στη γενική ούρων και σπάνια μακροσκοπική, που φαίνεται κατά την ούρηση. Μερικές φορές, που συνυπάρχει ουρολοίμωξη, η λιθίαση μπορεί να παρουσιαστεί με συμπτώματα, όπως ρίγος, πυρετός, κόπωση, δυσουρικά ενοχλήματα και πόνος στα νεφρά. Δεν είναι σπάνιο μία λιθίαση να διαγιγνώσκεται τυχαία σε έναν απεικονιστικό έλεγχο που γίνεται για άλλο λόγο.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η διάγνωση της λιθίασης γίνεται από το ιστορικό, την κλινική εξέταση και τον απαραίτητο εργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο. Το ιστορικό και η κλινική εξέταση θέτουν την υποψία λιθίασης στον ουρολόγο και οι διαγνωστικές εξετάσεις έχουν ως σκοπό την επιβεβαίωση της διάγνωσης, τη διερεύνηση της λειτουργικότητας και μορφολογίας του ουροποιητικού συστήματος και την ανίχνευση πιθανών αιτιολογικών παραγόντων που είναι υπεύθυνοι για το σχηματισμό λίθων. Οι εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για τη διερεύνηση της λιθίασης χωρίζονται σε απεικονιστικές και εργαστηριακές. Αν χρειαστεί να κάνετε κάποιες από αυτές, θα σας το συστήσει ο γιατρός σας.
Απεικονιστικός έλεγχος:
– Απλή ακτινογραφία νεφρών, ουρητήρων και κύστης (ΝΟΚ): Ανιχνεύει περίπου το 80-90% των λίθων. Υπάρχουν όμως λίθοι, όπως του ουρικού οξέος, που δεν φαίνονται στην ακτινογραφία ΝΟΚ.
– Υπερηχογράφημα του ουροποιητικού: Δίνει πληροφορίες για την ύπαρξη απόφραξης (υδρονέφρωση) και μπορεί να ανιχνεύσει λίθους που βρίσκονται μέσα στο νεφρό ή στην κύστη αλλά όχι στον ουρητήρα.
– Ενδοφλέβια ουρογραφία ή πυελογραφία: Αναδεικνύει την ακριβή θέση των λίθων, καθώς και ύπαρξη ανατομικών ανωμαλιών που προδιαθέτουν στη δημιουργία λίθων. Επιτρέπει, επίσης, την εκτίμηση της νεφρικής λειτουργίας και του βαθμού υδρονέφρωσης.
– Αξονική τομογραφία χωρίς σκιαγραφικό μέσο: Αποτελεί, σήμερα, την εξέταση εκλογής στα περισσότερα ουρολογικά κέντρα για τη διερεύνηση της λιθίασης, καθώς υπερέχει διαγνωστικά από την ενδοφλέβια ουρογραφία, και γίνεται ταυτόχρονα έλεγχος και της ανατομίας του νεφρού.
Εργαστηριακός έλεγχος:
– Γενική ανάλυση ούρων: Συνήθως, υπάρχουν ερυθρά αιμοσφαίρια στα ούρα και μερικές φορές και στοιχεία ουρολοίμωξης.
– Βιοχημική ανάλυση αίματος: Μέτρηση της ουρίας και κρεατινίνης, του ουρικού οξέος και του ασβεστίου του ορού.
– Παραθορμόνη: Είναι ορμόνη που εκκρίνεται από τους παραθυρεοειδείς αδένες και ελέγχεται σε περιπτώσεις αυξημένου ασβεστίου, καθώς μπορεί να υπάρχει υπερλειτουργία των αδένων ως αίτιο της δημιουργίας λίθων.
– Συλλογή ούρων 24ώρου: Σκοπός είναι να καθοριστεί η μεταβολική εικόνα του ασθενή για την πιθανή ανεύρεση κάποιας μεταβολικής ανωμαλίας υπεύθυνης για την παραγωγή λίθων.
– Ανάλυση του λίθου: Γίνεται εφόσον βρεθεί ή αφαιρεθεί ο λίθος σε εξειδικευμένα εργαστήρια, για να ανευρεθεί το είδος του λίθου και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για μείωση των πιθανοτήτων υποτροπής και επανεμφάνισης λιθίασης.
Πώς αντιμετωπίζεται η λιθίαση;
Αντιμετώπιση συμπτωμάτων
Στη φάση του δυνατού πόνου, του κολικού του νεφρού, σκοπός είναι η ανακούφιση του ασθενή από τον πόνο. Χορηγούνται φάρμακα σε ενέσιμη μορφή που λέγονται μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, τα οποία δρουν ως παυσίπονα και ελαττώνουν το τοπικό οίδημα. Αν ο πόνος επιμείνει, μπορούν να χορηγηθούν ισχυρότερα παυσίπονα, όπως οπιοειδή αναλγητικά. Στη συνέχεια, για πρόληψη των επεισοδίων κολικών χορηγούνται μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη από το στόμα για 7 μέρες και μπορεί να χορηγηθεί και ένας αναστολέας των α-αδρενεργικών υποδοχέων, που λαμβάνουν συνήθως για την υπερπλασία του προστάτη οι άντρες.
Σε ένα πολύ μικρό ποσοστό ασθενών, θα χρειαστεί κάποια άμεση παρέμβαση, όταν:
– δεν περνάει ο πόνος με τη φαρμακευτική αγωγή
– η απόφραξη βάζει σε κίνδυνο τη νεφρική λειτουργία
– συνυπάρχει ουρολοίμωξη με πυρετό.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί να τοποθετηθεί ένας ουρητηρικός καθετήρας (pig-tail). Μέσω της ουρήθρας με ειδικά εργαλεία, ο γιατρός φτάνει στην ουροδόχο κύστη, βρίσκει το στόμιο του ουρητήρα και μέσω αυτού προωθεί τον καθετήρα μέχρι το νεφρό. Σε περιπτώσεις όπου αυτό δεν είναι εφικτό, το σωληνάκι τοποθετείται μέσω του δέρματος (διαδερμική νεφροστομία). Αν οι συνθήκες το επιτρέπουν, μπορεί να γίνει στον ίδιο χρόνο και η αφαίρεση του λίθου.
Φαρμακευτική θεραπεία
Σε κάποιες μορφές λίθων ο γιατρός σας μπορεί να σας συνταγογραφήσει φάρμακα, τα οποία σκοπό έχουν είτε να μειώσουν τον μέγεθος του λίθου είτε να εμποδίσουν τον επανασχηματισμό του. Τα φάρμακα διαφέρουν ανάλογα με τη χημική σύσταση του λίθου και το αν υπάρχει κάποιο μεταβολικό νόσημα.
Πώς αφαιρούνται οι λίθοι;
Η αφαίρεση του λίθου εξαρτάται από το μέγεθος και τη θέση του στο ουροποιητικό σύστημα. Εφόσον τα επεισόδια κολικού ελέγχονται με τη φαρμακευτική αγωγή και για λίθους μικρότερους του ενός εκατοστού (<1cm), σε ένα ποσοστό που φτάνει το 70%, ο λίθος θα αποβληθεί αυτόματα σε ένα διάστημα 4-6 βδομάδων αναμονής. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, θα χρειαστεί επεμβατική θεραπεία, με σκοπό τη θραύση και την απομάκρυνση του λίθου. Στις επεμβατικές μεθόδους, περιλαμβάνονται:
– Εξωσωματική λιθοθρυψία με κύματα κρούσης (ESWL): Πραγματοποιείται θραύση του λίθου με κρουστικά κύματα. Γίνεται συνήθως πολύ καλά ανεκτή από τον ασθενή και μπορεί να είναι αποτελεσματική σε ποσοστό που φτάνει το 90%. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν λίθοι που δεν μπορούν να σπάσουν με την εξωσωματική λιθοθρυψία.
– Ουρητηροσκόπηση και ενδοσωματική λιθοθρυψία: Χρησιμοποιείται για λίθους που βρίσκονται στον ουρητήρα. Το ουρητηροσκόπιο μέσω της ουρήθρας και της κύστης εισέρχεται στον ουρητήρα μέχρι τον λίθο, όπου ειδικοί λιθοθρύπτες σπάζουν τον λίθο, και αφαιρούνται τα θραύσματά του. Οι πιο σύγχρονοι λιθοθρύπτες είναι οι λέιζερ λιθοθρύπτες.
– Διαδερμική νεφρολιθοθρυψία: Χρησιμοποιείται για μεγάλους λίθους του νεφρού ή λίθους του νεφρού που δεν σπάνε με την εξωσωματική λιθοθρυψία. Μέσω μιας οπής που γίνεται από το δέρμα μέχρι το νεφρό, εισάγεται το νεφροσκόπιο, ανευρίσκεται ο λίθος και σπάζει με ειδικούς λιθοθρύπτες, συνήθως υπερηχογραφικούς ή βαλλιστικούς.
– Ανοικτή χειρουργική επέμβαση: Έχει περιοριστεί σήμερα και φυλάσσεται μόνο για επιλεγμένες περιπτώσεις.
Ποια η απαραίτητη παρακολούθηση μετά;
Η πιθανότητα σχηματισμού νέου λίθου ένα χρόνο μετά το αρχικό επεισόδιο λιθίασης φθάνει το 10%, με το ποσοστό να αυξάνει στο 30-40% μετά τα 5 χρόνια και να γίνεται 50-60% στη δεκαετία. Γι’ αυτό, χρειάζεται παρακολούθηση των ασθενών με λιθίαση εξατομικευμένα, ανάλογα με την προδιάθεση του ατόμου να δημιουργεί λίθους σε χρονικά διαστήματα, τα οποία θα προσδιορίσει ο θεράπων ιατρός με υπέρηχο νεφρών-κύστης και απλή ακτινογραφία νεφρών, ουρητήρων και κύστης (ΝΟΚ).
Ακόμη, απαραίτητο είναι να παρθούν μέτρα για την αποφυγή της υποτροπής της λιθίασης. Έτσι, πρέπει να καταναλώνει ο ασθενής άφθονα υγρά που ανέρχονται στα 2,5 με 3 λίτρα ημερησίως. Πρέπει να έχει ισορροπημένη διατροφή με λήψη φυτικών ινών και αποφυγή ζωικών λευκωμάτων και λίπους, αποφυγή λήψης μεγάλων ποσοτήτων αλατιού με τις τροφές, καθώς και να κάνει ισορροπημένη, μέτρια κατανάλωση γαλακτοκομικών. Ακόμη, η απώλεια βάρους σε περιπτώσεις παχυσαρκίας και η μέτριας έντασης σωματική άσκηση βοηθούν στην αποφυγή της υποτροπής. Η λήψη των μέτρων από τον ασθενή αποτρέπει την επανεμφάνιση λίθου σε ποσοστό που φτάνει το 75%.