Η Παγκόσμια Ημέρα για τον Διαβήτη έχει καθιερωθεί στις 14 Νοεμβρίου κάθε έτους. Στόχος της ημέρας είναι η ενημέρωση για τον διαβήτη και τις επιπλοκές του, καθώς και η πρόληψη. Η διατροφή αποτελεί τη βάση για τη θεραπεία για όλους τους τύπους διαβήτη και συμβάλει στη ρύθμιση της γλυκόζης στο αίμα. Επιπλέον, είναι γνωστή η σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην παχυσαρκία και στον διαβήτη τύπου 2.
Παράγοντες που συντελούν στην εμφάνιση Σακχαρώδους Διαβήτη Τύπου 2
Μια διατροφή πλούσια σε γλυκά και επεξεργασμένα τρόφιμα προκαλεί την απότομη αύξηση της γλυκόζης του αίματος μετά το φαγητό. Αυτή η κατάσταση αναγκάζει το πάγκρεας να παράγει περισσότερη ινσουλίνη, που είναι βασικός παράγοντας που ευθύνεται για την εμφάνιση του διαβήτη, μαζί με την παχυσαρκία και την κληρονομικότητα. Στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, ο οργανισμός δεν έχει πλέον αρκετή ινσουλίνη για να κρατήσει το επίπεδο της γλυκόζης του αίματος στα φυσιολογικά επίπεδα και επιπλέον το σώμα αποκτά αντίσταση στην ινσουλίνη. Το αποτέλεσμα είναι να προκαλείται υπεργλυκαιμία. Τα κοινά συμπτώματα είναι συχνουρία, κόπωση και πείνα. Αυτή η κατάσταση εκδηλώνεται συνήθως σε υπέρβαρους ανθρώπους με κληρονομική προδιάθεση. Αν παραμείνει αρρύθμιστος ο διαβήτης μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, όπως προβλήματα στα νεφρά, βλάβες στα νεύρα, υψηλή αρτηριακή πίεση και καρδιακή προσβολή. Στο δέρμα μπορεί να εμφανιστούν πληγές και μολύνσεις ειδικά στα πόδια, και αν δεν αντιμετωπιστεί η κατάσταση μπορεί να οδηγήσει σε ακρωτηριασμό.
Ο Γλυκαιμικός Δείκτης
Τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα επηρεάζονται από το είδος των τροφίμων που καταναλώνεται. Τα τρόφιμα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη είναι εκείνα που απορροφώνται και αφομοιώνονται γρήγορα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σημαντική διακύμανση στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Τα τρόφιμα με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, προκαλούν μια αργή και σταδιακή αύξηση του σακχάρου και κατά συνέπεια της ινσουλίνης στο αίμα. Μελέτες έχουν δείξει ότι μια δίαιτα χαμηλή σε γλυκαιμικό δείκτη, βελτιώνει τα επίπεδα της γλυκόζης και των λιπιδίων σε ασθενείς με διαβήτη, μειώνει τα επίπεδα της ινσουλίνης και της αντίστασης σε αυτή και ελέγχεται καλύτερα το βάρος. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και ο Οργανισμός Τροφίμων (FAO) συνέστησαν το 1999 στους ανθρώπους που ζουν σε βιομηχανικές χώρες να προτιμούν την κατανάλωση τροφίμων με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη για την πρόληψη ασθενειών που εμφανίζονται συχνά στις αναπτυγμένες χώρες όπως είναι η παχυσαρκία, ο διαβήτης και η στεφανιαία νόσος.
Διαιτητική αντιμετώπιση
Οι άνθρωποι στους οποίους διαγιγνώσκεται διαβήτης, σύμφωνα με την Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρία, θα πρέπει να λάβουν μέτρα για τον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα τους. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η διατροφή τους είναι πολύ διαφορετική από το γενικό πληθυσμό. Στόχος είναι η σταδιακή ρύθμιση του βάρους τους, μέσα από μια υγιεινή διατροφή, καθώς και η βελτίωση των διατροφικών τους συνηθειών. Όπως αναφέρθηκε, οι σύνθετοι υδατάνθρακες αποτελούν καλύτερη πηγή ενέργειας σε σχέση με τους απλούς υδατάνθρακες. Για το λόγο αυτό, επιβάλλεται ο περιορισμός των τροφίμων που περιέχουν ζάχαρη, μέλι ή φρουκτόζη. Προτιμώνται τροφές αποτελούμενοι από σύνθετους υδατάνθρακες όπως σιτάρι, ρύζι, φασόλια, βρώμη και κυρίως ολικής άλεσης ή ακατέργαστα. Αυτά τα προϊόντα αφομοιώνονται και απορροφώνται σταδιακά, περιορίζοντας έτσι τις απότομες διακυμάνσεις της γλυκόζης του αίματος. Όσον αφορά το αλκοόλ, επιτρέπεται η κατανάλωση μικρής ποσότητας και μόνο μαζί με το φαγητό, ώστε να αποφευχθούν πιθανά επεισόδια υπογλυκαιμίας ή υπεργλυκαιμίας. Γενικά μια ισορροπημένη μεσογειακή διατροφή και ένας καλός έλεγχος του βάρους είναι απαραίτητα.