Διατροφή βρέφους – Πρόληψη Παχυσαρκίας από την κούνια
Ίσως ο παρακάτω τρόπος προσέγγισης της πρόληψης της παιδικής παχυσαρκίας φανεί υπερβολικός σε κάποιους, στην πραγματικότητα όμως είναι απλά…υπερ-βολικός. Οι επαγγελματίες που ασχολούνται με το χώρο της διατροφής συχνά κάνουν ένα μεγάλο λάθος: ασχολούνται με τον θεραπευόμενό τους μόνο στο επίπεδο του διαιτολογίου και της ζυγαρίας, αγνοώντας το ότι ο άνθρωπος τρώγοντας δεν ικανοποιεί μόνο το ένστικτό του, δηλαδή αυτό της επιβίωσης, αλλά συνδέει την τροφή με τα συναισθήματά του (η τροφή ικανοποιεί, ενοχοποιεί, καταπιέζει κ.ά.). Αυτό εξηγείται πολύ απλά, καθώς η πρώτη τροφή με την οποία ερχόμαστε σε επαφή είναι το μητρικό γάλα και η διαδικασία του ταϊσματος είναι μια τόσο σημαντική αλληλεπίδραση σε συναισθηματικό επίπεδο μεταξύ μητέρας και παιδιού, η οποία αν είναι θετική μπορεί να δημιουργήσει μια πολύ δυνατή σχέση εμπιστοσύνης και μια υγιή σχέση με την τροφή, ενώ αντίθετα αν είναι αρνητική μέσα από μια σειρά αλυσιδωτών αντιδράσεων δημιουργείται μια σχέση δυσπιστίας και πιθανώς μια διαταραγμένη σχέση με την τροφή. Πώς γινεται, λοιπόν, να αποκόψουμε το κομμάτι των συναισθημάτων όταν ασχολούμαστε με τη σχέση του ανθρώπου με την τροφή;
Η βρεφική ηλικία (0-1 έτους) είναι μια ηλικία ιδιαίτερα σημαντική για την περαιτέρω σχέση του παιδιού με το φαγητό. Συνήθως, οι οδηγίες που δίνουν οι γιατροί για το τάισμα σ’αυτήν την ηλικιακή φάση είναι οτι πρέπει να ακολουθείται ένα δομημένο πρόγραμμα σίτισης/θηλασμού του βρέφους ανά 3-4 ώρες και με συγκεκριμένη δοσολογία. Αυτή η οδηγία δημιουργεί από μόνη της μια αρνητική αλληλεπίδραση ταϊσματος, καθώς δεν λαμβάνεται υπόψιν το αν, το πότε και το πόσο θέλει να φάει το παιδί. Δεν εμπιστεύεται, δηλαδή, η μάνα την φυσιολογία της πείνας του παιδιού της, δεν αναγνωρίζει τα σημάδια που αυτό εκδηλώνει για να κάνει φανερή την πείνα του και μ’αυτόν τον τρόπο το καταργεί, το ακυρώνει. Η οδηγία, άλλωστε, για απεριόριστο και χωρίς ωράριο θηλασμό ανήκει από το 1989 στα 10 βήματα για επιτυχή θηλασμό, που προτάθηκαν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και την UNICEF. Σημαντική είναι η αναγνώριση των πρώτων σημαδιών του μωρού ότι πεινάει. Πριν ακόμα κλάψει, το μωρό εκδηλώνει την πείνα του με άλλους τρόπους: αρχίζει να κάνει θηλαστικές κινήσεις, πιπιλάει τα δάχτυλά του, γλείφει τα χείλη του, κουνάει το κεφάλι του δεξιά αριστερά «ψάχνοντας», ζαρώνει το μέτωπο και είναι γενικά ανήσυχο. Όταν κανείς παραβλέψει αυτά τα σημάδια για αρκετή ώρα, τότε αρχίζει το μωρό να κλαίει και, φυσικά, όσο πιο ανήσυχο είναι, τόσο δυσκολότερο είναι να το βάλει κανείς στο στήθος.
Όταν μια μητέρα σεβαστεί τους ρυθμούς του παιδιού της και θηλάζει κάθε φορά που το παιδί δείχνει σημάδια πείνας, τότε το στήθος παράγει αρκετή ποσότητα γάλακτος για να καλύψει τις ανάγκες του. Αυτό μπορεί να απαιτεί από μια μητέρα στην αρχή να αφιερώνει αρκετό χρόνο στο θηλασμό μέχρι να έρθει το κανονικό γάλα, όμως η ανταμοιβή έρχεται στη συνέχεια, όταν το μωρό τρεφόμενο με το κανονικό, πια, μητρικό γάλα είναι ικανοποιημένο και κοιμάται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από πριν. Το γάλα κάθε θηλαστικού περιέχει σε περίσσεια το συστατικό που έχει ως στόχο το όργανο επιβίωσης του είδους. Όργανο επιβίωσης του ανθρώπου είναι ο εγκέφαλός του. Στο μητρικό γάλα περιέχονται όλες οι απαραίτητες ουσίες για την ταχεία ανάπτυξη του εγκεφάλου που επιτελείται τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής.
Η βρεφική ηλικία είναι η φάση στην οποία το παιδί αναπτύσσει συναισθήματα που βασίζονται στη σταθερότητα και την ασφάλεια του περιβάλλοντός του και δημιουργείται σχέση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας. Για παράδειγμα, το να εναλλάσσεται συνεχώς ο/η τροφός (το άτομο που ταϊζει το βρέφος), εμποδίζει τη δημιουργία συναισθημάτων σταθερότητας και ασφάλειας, δυσκολεύοντας πολύ την εδραίωση της σχέσης εμπιστοσύνης. Το παιδί που δεν σιτίζεται από ένα ή δύο συγκεκριμένα άτομα κατά τη βρεφική και, πιθανώς, την νηπιακή ηλικία (μετά τον 1ο χρόνο ζωής), έχει αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξει μια διαταραγμένη σχέση με το φαγητό και να το συνδέσει με δυσάρεστα συναισθήματα, όπως αυτά της ανασφάλειας και της έλλειψης εμπιστοσύνης.
Ένα παιδί το οποίο έχει μια υγιή σχέση με το φαγητό, δεν μετατρέπεται «έτσι ξαφνικά» σε ένα παχύσαρκο παιδί. Συνήθως, είτε από την αρχή της ζωής του το περιβάλλον του δημιουργεί μια διαταραγμένη σχέση με την τροφή (είτε μέσω περιορισμού τροφής, είτε μέσω υπερσιτισμού) ή καπου στην πορεία το παιδί αντιδρά μέσω της υπερκατανάλωσης φαγητού για να αντιμετωπίσει κάποια αλλαγή, που μπορεί να είναι από μια μετακόμιση μέχρι ένα διαζύγιο. Ο απεριόριστος και χωρίς ωράριο θηλασμός, που πραγματοποιείται σε ήρεμες και ευχάριστες συνθήκες δρα επικουρικά στην πρόληψη της παιδικής παχυσαρκίας και δημιουργεί τις καλύτερες προϋποθέσεις για μια θετική αλληλεπίδραση ταϊσματος και μια υγιή σχέση του παιδιού με την τροφή.
Τα πιό ορθά πράγματα είναι αυτά που έρχονται φυσικά. Πόσο φυσικό είναι, άραγε, να ορίζει κάποιος τρίτος την ποσότητα και το χρόνο κατανάλωσης της τροφής που θα φάει κάποιος άλλος; Εμπιστευτείτε το μωρό σας.